|
Συμπτωματολογία Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες
σε παιδιά και εφήβους που νοσηλεύονται σε ψυχιατρική μονάδα
ΜΠΕΛΙΒΑΝΑΚΗ Μ., ΚΟΛΑΪΤΗΣ Γ., ΚΑΝΑΡΗ Ν., ΤΣΙΑΝΤΗΣ Ι.
Πανεπιστημιακή Παιδοψυχιατρική Κλινική, Γ.Π. Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών "Η Αγία Σοφία"
Περίληψη
Τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο η σημασία του τραύματος ως μείζονος παράγοντα στην ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας σε παιδιά και εφήβους. Εν τούτοις στον πληθυσμό παιδιών και εφήβων που νοσηλεύονται σε ψυχιατρική μονάδα, η παρουσία σοβαρής ψυχοπαθολογίας που συνδέεται με έκθεση σε τραυματικές καταστάσεις συχνά δεν εντοπίζεται, εκτός εάν πραγματοποιείται λεπτομερής αξιολόγησή τους. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν 56 περιπτώσεις παιδιών και εφήβων που νοσηλεύθηκαν σε ψυχιατρική μονάδα, στη διάρκεια 3 ετών, με σκοπό τον εντοπισμό συμπτωματολογίας Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες (ΔΜΤΣ) και των κλινικών χαρακτηριστικών της. Χρησιμοποιήθηκαν τα διαγνωστικά εργαλεία K-SADS-PL, C-GAS και CDI και τέθηκαν ψυχιατρικές διαγνώσεις σύμφωνα με το DSM-IV. Ο μέσος αριθμός τραυματικών γεγονότων στα οποία τα παιδιά είχαν εκτεθεί ήταν 1.45, ενώ ποσοστό 19% εμφάνισαν ΔΜΤΣ. 82% των περιπτώσεων με ΔΜΤΣ ανέφεραν ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης και αντίστροφα, από τις περιπτώσεις με σεξουαλική κακοποίηση, 89% εμφάνισαν ΔΜΤΣ. Σε όλες τις περιπτώσεις η κακοποίηση ήταν επαναλαμβανόμενη, συνήθως ενδοοικογενειακή (89%), με χρήση βίας (90%) και μέση ηλικία έναρξης τα 9.2 έτη. Σε όλα τα παιδιά ανευρέθηκε συνοσηρότητα με άλλες ψυχιατρικές διαταραχές, κυρίως διάθεσης και άγχους, καθώς και υψηλά ποσοστά αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Συζητείται η σπουδαιότητα των ανωτέρω ευρημάτων στην παιδοψυχιατρική κλινική πρακτική, δεδομένης της μεγάλης σημασίας της έκθεσης των παιδιών σε βίαια τραυματικά γεγονότα και της συνακόλουθης ανάπτυξης ΔΜΤΣ και άλλων σοβαρών ψυχοπαθολογικών διαταραχών τόσο όσον αφορά την αναγνώριση και αξιολόγηση όσο και τη θεραπευτική αντιμετώπισή τους.
Λέξεις κλειδιά: Διαταραχή μετατραυματικού στρες, σεξουαλική και σωματική κακοποίηση, ενδονοσοκομειακή νοσηλεία, παιδιά και έφηβοι.
Εισαγωγή
Σήμερα αναγνωρίζεται διεθνώς η επικινδυνότητα της έκθεσης των ενηλίκων καθώς και των παιδιών και εφήβων σε τραυματικές καταστάσεις όπως πολέμους, φυσικές καταστροφές, αλλά και σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση και όποια άλλα γεγονότα υπήρξε απειλή εαυτού και άλλων, καθώς και οι σοβαρές συνέπειες που η έκθεση αυτή ενέχει στην ψυχική λειτουργία και ισορροπία τους. Σύμφωνα με την υπάρχουσα σήμερα γνώση 40-70% του πληθυσμού έχει εκτεθεί σε κάποιο τραυματικό γεγονός κάποια στιγμή της ζωής του1. Η πλειοψηφία βέβαια των ατόμων που εκτίθεται στο τραύμα δεν αναπτύσσουν κλινική ψυχιατρική διαταραχή. Μόλις το 10,4% των γυναικών και το 5% των ανδρών, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία των ΗΠΑ, αναπτύσσουν Διαταραχή Μετα-Τραυματικού Στρες (ΔΜΤΣ)2.
Για τα παιδιά και τους εφήβους τα στοιχεία είναι πολύ λιγότερα. Στη μελέτη των Giaconia και συνεργ. (1995)3 αναφέρεται πως 40-50% των παιδιών και εφήβων μέχρι 18 ετών είχαν εκτεθεί σε τραυματικές καταστάσεις και 6% ανέπτυξαν ΔΜΤΣ. Σε κλινικό/νοσηλευόμενο πληθυσμό τα παραπάνω ποσοστά είναι υψηλότερα. Σύμφωνα με έρευνα των Lipshitz και συν. (1989)4, 93% των νοσηλευόμενων παιδιών και εφήβων σε Ψυχιατρική Μονάδα είχε εκτεθεί σε τραυματικά γεγονότα που αφορούσαν γεγονότα βίας στην οικογένεια και την κοινότητα. Στον ίδιο πληθυσμό ανευρέθηκε ποσοστό 32% με ΔΜΤΣ.
Πέραν όμως της ΔΜΤΣ, συχνά αναπτύσσονται υψηλά ποσοστά ψυχιατρικής συνοσηρότητας, ιδιαίτερα κατάθλιψη, άλλες διαταραχές άγχους, κατάχρηση ουσιών και διαταραχές προσωπικότητας. Στη μελέτη μάλιστα των Giaconia και συν.3, τα ποσοστά συνοσηρότητας ήταν υψηλότερα στους νέους με ΔΜΤΣ παρά σε εκείνους που δεν είχαν αναπτύξει ΔΜΤΣ και εκείνους της ομάδας ελέγχου χωρίς ιστορικό τραύματος. Στη μελέτη των Lipshitz και συν.4, έφηβοι με ΔΜΤΣ εμφάνιζαν παράλληλα, μεταξύ άλλων, διαταραχές διάθεσης (κατάθλιψη, δυσθυμία) σε ποσοστό 66.7%, διαταραχές άγχους 83.3% και διαταραχές διαταρακτικής συμπεριφοράς (διαγωγής, εναντίωσης-πρόκλησης και ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας) 70.8%.
Στη Μονάδα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας (ΤΕΝ) της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών "Η Αγία Σοφία", νοσηλεύονται παιδιά και έφηβοι με σοβαρές ψυχικές διαταραχές και/ή σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Στα πλαίσια της λεπτομερούς διαγνωστικής τους αξιολόγησης (με κλινικές και ημιδομημένες συνεντεύξεις και συμπλήρωση ερωτηματολογίων ανίχνευσης), είχε κατ' επανάληψη διαπιστωθεί ότι, παράλληλα με την κύρια ψυχιατρική διαταραχή, εξαιτίας της οποίας είχαν εισαχθεί στο ΤΕΝ, παρουσίαζαν υψηλά ποσοστά συμπτωματολογίας ΔΜΤΣ που συνδέονταν με έκθεση σε βία, μέσα ή/και έξω από την οικογένειά τους. Η παρατήρηση αυτή, που αποδείχθηκε πως ήταν σε συμφωνία με την, έστω και περιορισμένη, σχετική διεθνή βιβλιογραφία4, αποτέλεσε το σκεπτικό της παρούσης μελέτης, σκοπός της οποίας ήταν ο ακριβής εντοπισμός συμπτωμάτων και ποσοστού ΔΜΤΣ που σχετίζονται με την έκθεση σε βίαια τραυματικά γεγονότα των παιδιών και εφήβων που νοσηλεύονται στην Μονάδα, καθώς και η μελέτη των κλινικών χαρακτηριστικών αυτού του δείγματος.
Υλικό και μέθοδος
Μελετήθηκαν όλες οι νέες περιπτώσεις παιδιών και εφήβων που νοσηλεύθηκαν στην Μονάδα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας της Πανεπιστημιακής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών "Η Αγία Σοφία", κατά το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2002 έως και 31ης Δεκεμβρίου 2004. Συνολικά στο παραπάνω χρονικό διάστημα νοσηλεύθηκαν 65 παιδιά και έφηβοι, 9 από τα οποία δεν ολοκλήρωσαν τη νοσηλεία τους, οπότε δεν συμπεριελήφθησαν στη μελέτη. Σε 21 περιπτώσεις (37.5%) υπήρχε εμπλοκή της Εισαγγελίας ή/και της Αστυνομίας Ανηλίκων.
Aπό τις 56 περιπτώσεις παιδιών και εφήβων που τελικά συμμετείχαν, 35 (62.5%) ήταν κορίτσια και 21 (37.5%) αγόρια, με μέση ηλικία τα 12.6 έτη (ελαχίστη: 7 έτη 6 μήνες, μεγίστη: 15 έτη 1 μήνας). Η εθνικότητα του κλινικού δείγματος ήταν η ακόλουθη: 46 περιπτώσεις (82.1%) είχαν Ελληνική υπηκοότητα, 5 (9%) Κυπριακή, 3 (5,3%) Αλβανική και 2 (3.6%) άλλη υπηκοότητα.
Η οικογενειακή κατάσταση του δείγματος ήταν η ακόλουθη. Οικογένεια με τους δύο βιολογικούς γονείς σε 29 περιπτώσεις (51.8%), με τον ένα μόνο γονέα 9 περιπτώσεις (16%), με τον ένα γονέα και άλλον ενήλικα 8 περιπτώσεις (14.2%), με διευρυμένη οικογένεια 6 περιπτώσεις (10.8%), σε ίδρυμα ή ανάδοχη οικογένεια 4 περιπτώσεις (7.2%).
Για την πραγματοποίηση της παρούσης μελέτης αξιολογήθηκαν τα ακόλουθα δεδομένα: επιδημιολογικά στοιχεία (ηλικία, φύλο, οικογενειακή κατάσταση), κλινική συμπτωματολογία, συνοσηρότητα., στοιχεία από το ατομικό και το οικογενειακό ιστορικό, πορεία νοσηλείας και θεραπευτική παρέμβαση.
Διαγνωστικά εργαλεία
Χρησιμοποιήθηκαν τα ακόλουθα εργαλεία (συνεντεύξεις, ερωτηματολόγια).
Αποτελέσματα
Ποσοστά έκθεσης σε βία και ΔΜΤΣ
Σε 42 περιπτώσεις (75%) των νοσηλευόμενων παιδιών και εφήβων στην Μονάδα υπήρχε έκθεση σε τραυματικά γεγονότα που σχετίζονταν με βία στην οικογένεια και την κοινότητα. Απ' αυτές, 29 περιπτώσεις (69%) ανέφεραν έκθεση σε 1 τραυματικό γεγονός, 7 (16.7%) σε 2 τραυματικά γεγονότα και 6 (14.3%) σε 3 ή περισσότερα τραυματικά γεγονότα. Ο μέσος αριθμός τραυματικών γεγονότων στα οποία τα παιδιά έχουν εκτεθεί είναι 1.45. Στις περιπτώσεις έκθεσης σε περισσότερα του ενός τραυματικά γεγονότα, τα παιδιά και οι έφηβοι ανέφεραν την σωματική και σεξουαλική κακοποίηση ως τα πιο στρεσογόνα τραυματικά γεγονότα (πίνακας 1). Σε σχέση με το φύλο, παρατηρείται διπλάσιο ποσοστό έκθεσης στα κορίτσια, με ποσοστό 67% (28 περιπτώσεις) έναντι 33% στα αγόρια (14 περιπτώσεις).
Με βάση τα αποτελέσματα, 11 περιπτώσεις παιδιών και εφήβων (19%) εμφάνισαν ΔΜΤΣ, όπως αυτή ορίζεται στο DSM-IV. Στο σύνολο των παιδιών που έχουν εκτεθεί σε τραυματικές καταστάσεις το ποσοστό των παιδιών με ΔΜΤΣ αποτελούν το 26% του συνόλου. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις ελέγχθηκαν μερικά συμπτώματα της διαταραχής (δεν εμφάνιζαν την ολοκληρωμένη κλινική εικόνα που αντιστοιχεί στην ΔΜΤΣ). Στις περιπτώσεις με ΔΜΤΣ, διαπιστώνεται επίσης σημαντική επικράτηση των κοριτσιών, με 82% (9 περιπτώσεις) έναντι 18% στα αγόρια (2 περιπτώσεις).
Σεξουαλική κακοποίηση και Δ.Μ.Τ.Σ.
Εννέα περιπτώσεις (82% του συνόλου) με Δ.Μ.Τ.Σ. αναφέρουν ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης και αντίστροφα, από τις περιπτώσεις με σεξουαλική κακοποίηση, 89% εμφάνισαν Δ.Μ.Τ.Σ. Σε όλες τις περιπτώσεις (11 συνολικά) η κακοποίηση ήταν επαναλαμβανόμενη, στο 89% ήταν ενδοοικογενειακή και στο 90% (10 περιπτώσεις) αναφερόταν χρήση βίας, ενώ η μέση ηλικία έναρξης της κακοποίησης ήταν τα 9.2 έτη.
Συννοσηρότητα της ΔΜΤΣ
Σε όλες τις περιπτώσεις (100%) των παιδιών και εφήβων με ΔΜΤΣ ανευρέθηκε συνοσηρότητα με άλλες ψυχιατρικές διαταραχές (πίνακας 2).
Συνοσηρότητα με αυτοκτονική συμπεριφορά
Παρατηρήθηκε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς σε παιδιά με έκθεση σε τραυματικά γεγονότα και ιδιαίτερα σε εκείνα με ΔΜΤΣ. Πιο συγκεκριμένα, σε 8 περιπτώσεις (73%) νοσηλευόμενων παιδιών και εφήβων με ΔΜΤΣ και σε 15 περιπτώσεις (48.4%) των παιδιών και εφήβων με έκθεση σε τραυματικά γεγονότα αναφέρονταν απόπειρα ή απόπειρες αυτοκτονίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι στο ίδιο χρονικό διάστημα για τα νοσηλευόμενα παιδιά της Μονάδας με άλλες ψυχιατρικές διαταραχές αναφέρονταν ποσοστό αποπειρών αυτοκτονίας 19%.
Υπολογίστηκε επίσης το ποσοστό εμφάνισης αυτοκτονικού ιδεασμού στις περιπτώσεις παιδιών με Δ.Μ.Τ.Σ. και στα παιδιά με έκθεση σε τραυματικά γεγονότα. Βρέθηκε λοιπόν ότι 7 περιπτώσεις (63%) παιδιών με ΔΜΤΣ και 22 (53%) παιδιών με έκθεση σε τραύμα παρουσίαζαν αυτοκτονικό ιδεασμό.
Εκτίμηση ολικής λειτουργικότητας
Βασίζεται στην επεξεργασία των αποτελεσμάτων της κλίμακας ολικής αξιολόγησης των παιδιών Children's-Global Assessment Scale (C-GAS). Παιδιά και έφηβοι με έκθεση σε τραύμα είχαν μέση τιμή 32.3, ενώ παιδιά και έφηβοι με ΔΜΤΣ 32.8.
Συζήτηση
Τα αποτελέσματα από την παρούσα μελέτη δείχνουν ότι, στο σύνολο των νοσηλευομένων παιδιών και εφήβων, 19% εμφάνιζαν ΔΜΤΣ, όπως αυτή ορίζεται στο DSM-IV, ενώ μεγαλύτερο ποσοστό παρουσίαζε μερική συμπτωματολογία ΔΜΤΣ. Στο σύνολο όμως των παιδιών που είχαν εκτεθεί σε τραυματικές καταστάσεις, 26% εμφάνιζαν ΔΜΤΣ (32% στη μελέτη των Lipschitz και συν.4). Ο νοσηλευόμενος για ψυχιατρικά προβλήματα πληθυσμός των παιδιών και εφήβων που μελετήθηκε, παρουσιάζει υψηλό ποσοστό έκθεσης σε τραυματικά γεγονότα, της τάξης του 75% (93% στη μελέτη των Lipschitz και συν.4). Στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων τα νοσηλευόμενα παιδιά είχαν υπάρξει θύματα κακοποίησης (σωματικής, σεξουαλικής) ή υπήρξαν μάρτυρες βίας στην οικογένεια και την κοινότητα.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, σε κοινοτικούς, μη νοσηλευόμενους σε ψυχιατρική μονάδα, πληθυσμούς τα αντίστοιχα ποσοστά είναι χαμηλότερα. Στη μελέτη των Giaconia και συν. (1995)3 αναφέρεται πως 40-50% των παιδιών και εφήβων είχαν εκτεθεί σε τραυματικές καταστάσεις και 6% είχαν αναπτύξει ΔΜΤΣ. Υποθέτουμε πως ανάλογες διαφορές θα υπάρχουν και στον ελληνικό πληθυσμό. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται στα ειδικά χαρακτηριστικά του νοσηλευόμενου πληθυσμού σε ψυχιατρικές μονάδες για μικρές ηλικίες, όπως π.χ. η παρουσία σοβαρών ψυχικών διαταραχών, τα ιδιαίτερα κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά και η οικογενειακή τους κατάσταση. Για παράδειγμα, μόλις οι μισές περιπτώσεις παιδιών του δείγματός μας προέρχονταν από οικογένειες με δύο βιολογικούς γονείς, 7.2% προέρχονταν από ιδρύματα και σε 37.5% υπήρχε εμπλοκή εισαγγελικών ή αστυνομικών αρχών.
Τα στοιχεία αυτά συμβαδίζουν με εκείνα της διεθνούς βιβλιογραφίας που τονίζουν τον ρόλο της σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική ηλικία ως παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση αργότερα ΔΜΤΣ12. Οι Wolfe και συν. (1994)13 επισημαίνουν πως τα θύματα της σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική ηλικία που εμφανίζουν ΔΜΤΣ, περισσότερο συχνά έχουν υποστεί κακοποίηση για μεγάλο χρονικό διάστημα και μάλιστα με χρήση βίας.
Αναφορικά με την επίδραση του φύλου, παρατηρήθηκε διπλάσιο ποσοστό έκθεσης σε τραυματικά γεγονότα στα κορίτσια, με ποσοστό 67% έναντι 33% στα αγόρια. Στις περιπτώσεις με ΔΜΤΣ, διαπιστώνεται επίσης σημαντική επικράτηση των κοριτσιών, με 82% έναντι 18% στα αγόρια Στην έρευνα των Lipschitz και συν. (1999)4, στις περιπτώσεις με ΔΜΤΣ, 77% αφορούσαν κορίτσια και 23% αγόρια, ενώ δεν διαπιστώθηκαν διαφορές στις περιπτώσεις με έκθεση σε τραυματικά γεγονότα.
Ένα άλλο σημαντικό εύρημα αυτής της εργασίας είναι τα υψηλά ποσοστά ψυχιατρικής συνοσηρότητας της υποομάδας των παιδιών και εφήβων με ΔΜΤΣ. Οι συνοσηρές καταστάσεις αφορούσαν, κατά σειρά συχνότητας εμφάνισης, διαταραχές συναισθήματος (73% των περιπτώσεων), σωματοποίησης, διαγωγής, γενικευμένου άγχους, και σε πολύ μικρότερο (μονοψήφιο) ποσοστό διαταραχές διατροφής και ψύχωσης. Τα υψηλά ποσοστά και το είδος της συνοσηρότητας είναι παρόμοια με εκείνα που αναφέρονται και από άλλους ερευνητές2,4. Στην τελευταία μάλιστα μελέτη4, στο δείγμα των εφήβων με ΔΜΤΣ διαπιστώθηκε διπλάσια σε αριθμό συνοσηρότητα σε σχέση με άλλες ψυχιατρικές διαγνώσεις.
Τέλος, η υψηλή συνύπαρξη έκθεσης σε τραυματικά γεγονότα και ακόμα περισσότερο ΔΜΤΣ με αυτοκτονική συμπεριφορά (συμπεριλαμβάνει αυτοκτονικό ιδεασμό ή/και απόπειρες αυτοκτονίας), αποτελεί ένα άλλο σημαντικό εύρημα αυτής της μελέτης. Σύμφωνα με τις μελέτες των Brand και συν. (1996)14, καθώς και των Brent και συν. (1995)15, οι έφηβοι με ΔΜΤΣ αναφέρουν περισσότερο συχνά αυτοκτονικό ιδεασμό και μεγαλύτερο αριθμό αποπειρών αυτοκτονίας σε σύγκριση με εφήβους που εμφανίζουν άλλες ψυχιατρικές διαγνώσεις. Η αυτοκαταστροφική συμπεριφoρά αποτελεί και ένα από τα πιο συχνά αίτια παραπομπής και νοσηλείας παιδιών και ιδιαίτερα εφήβων σε ψυχιατρικές μονάδες. Πολλοί μπορεί να είναι οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς, όμως το ψυχικό τραύμα και η ΔΜΤΣ αναγνωρίζονται ως από τους πλέον συχνούς. Μάλιστα οι Lipschitz και συν (1999)4, προτείνουν όλα τα παιδιά και οι έφηβοι με αυτοκτονική συμπεριφορά να θεωρούνται ότι έχουν ενδεχομένως εκτεθεί σε τραυματικές καταστάσεις με συμπτωματολογία (ολοκληρωμένη ή μη) μετατραυματικής διαταραχής στρες και ανάλογα να αντιμετωπίζονται.
Μία άλλη παρατήρηση που αφορά την κλινική εκτίμηση και διάγνωση της ΔΜΤΣ είναι οι διαφορές των πληροφοριών που δόθηκαν από τα ίδια τα παιδιά και τους γονείς τους. Πιο συγκεκριμένα, οι γονείς φάνηκε να μην ήταν αρκετά ενήμεροι για τις δυσκολίες των παιδιών τους, να υποαναφέρουν τα προβλήματα εκείνα ιδιαίτερα που αφορούσαν τα συμπτώματα συναισθηματικού μουδιάσματος καθώς και επαναβίωσης του τραύματος. Με δυσκολία, επίσης, αναφέρονταν στα τραυματικά γεγονότα ιδιαίτερα όταν αυτά αφορούσαν θέματα βίας στην οικογένεια.
Συμπερασματικά, στον κλινικό πληθυσμό που μελετήθηκε, και που απαρτίζεται από νοσηλευόμενα σε ψυχιατρική μονάδα παιδιά και εφήβους 6-15 ετών με σοβαρές ψυχικές διαταραχές, διαπιστώθηκε υψηλό ποσοστό ΔΜΤΣ ή συμπτωμάτων ΔΜΤΣ μετά από έκθεση σε τραυματικά γεγονότα και καταστάσεις. Από την εργασία αυτή προκύπτει η αναγκαιότητα, να αναζητείται σ' αυτό τον πληθυσμό τυχόν συμπτωματολογία ΔΜΤΣ και συνοσηρών ψυχικών διαταραχών, κατόπιν πιθανής έκθεσής τους σε τραυματικά γεγονότα, και ανάλογα να διαμορφώνεται η θεραπευτική παρέμβαση προς τα παιδιά και τις οικογένειές τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ