Προκαταρκτικά αποτελέσματα σε σχέση με την επαγγελματική ένταξη σε μία ομάδα ψυχωσικών ασθενών
Δ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ,* ΚΩΝ/ΝΑ ΜΠΕΡΔΟΥ**, Μ.Β. ΚΑΡΥΔΗ***
*Κοινωνική λειτουργός ΕΜΑΕΕ ΕΠΙΨΥ, Msc Κοινωνικής Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου
**Κοινωνική λειτουργός, ΕΜΑΕΕ ΕΠΙΨΥ
***Επικ. Καθηγήτρια Ψυχιατρικής, Επιστ. Υπεύθυνη ΕΜΑΕΕ ΕΠΙΨΥ
Περίληψη
Εισαγωγή: Η ΕΜΑΕΕ έχει αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο σύστημα παροχής υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Το πρόγραμμα αναπτύσσεται σε τρία στάδια, της προεργασίας (0-6 μήνες), της εκπαίδευσης (6-18 μήνες) και της ένταξης (ανοιχτή διάρκεια). Η καινοτομία της Μονάδας συνίσταται στην δημιουργία και στην λειτουργική διασύνδεση με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ψυχικά ασθενών.
Σκοπός: Η περιγραφή της λειτουργίας του προγράμματος της ΕΜΑΕΕ και της εκπαίδευσης τους σε κοινωνικές, εργασιακές, γνωστικές δεξιότητες, προκειμένου να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους ρεαλιστικά, μετά από αξιολόγηση των δεξιοτήτων με απώτερο στόχο την εργασιακή τους ένταξη στην ελεύθερη αγορά εργασίας ή σε πλαίσια προστατευμένης απασχόλησης.
Υλικό & Μέθοδος: Χρησιμοποιείται δείγμα 109 ασθενών: 76 άνδρες και 33 γυναίκες, ηλικίας 20 έως 60 ετών (μέση ηλικία 36, τ.α.=9 έτη) που έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης της Μονάδας. 88% των συμμετεχόντων είχαν η διάγνωση σχιζοφρένεια, κατά DSM-IV. Η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών είναι άγαμοι (91%) και διαμένουν με την οικογένεια τους σε ποσοστό 72%, σε ξενώνα σε ποσοστό 15% ενώ μόλις το 12% μένουν μόνοι τους.
Αποτελέσματα: Μέχρι σήμερα 60 ασθενείς έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα (18 μήνες) και έχουν αξιολογηθεί ως προς την εργασιακή τους προώθηση ως εξής: 28,39 % μπορούν να εργαστούν στην ελεύθερη αγορά εργασίας, 35,07% σε προστατευμένη απασχόληση, 5% έχουν την δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους και 25,5% χρήζουν μεγαλύτερης ψυχοκοινωνικής υποστήριξης. Κατά το μεταθεραπευτικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι από το σύνολο των ασθενών (28,39%) μόνο 14,3% κατάφεραν να εργαστούν στην ελεύθερη αγορά εργασίας και από αυτούς που είχαν αξιολογηθεί ότι μπορούν να ανταποκριθούν σε προστατευμένη απασχόληση το 32,1% εργάστηκε.
Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι παρόλο που αρκετοί ασθενείς έχουν αξιολογηθεί από τους θεραπευτές ότι μπορούν να εργαστούν στην ελεύθερη αγορά εργασίας, υπάρχει ένας εξίσου σημαντικά μεγάλος αριθμός ψυχικά ασθενών που αδυνατεί να εργαστεί. Καθώς ο αριθμός των ασθενών που απευθύνονται σε μονάδες ψυχοκοινωνικής και επαγγελματικής αποκατάστασης αυξάνει συνεχώς, αυξάνονται και οι ανάγκες για την προώθηση και την ένταξη στην κοινότητα. Επομένως, είναι σημαντικό να αναζητηθούν λύσεις στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας μέσω της ανάπτυξης αυτοδιαχειριζόμενων δομές εργασιακής ένταξης των ψυχικά ασθενών, όπως Κοινωνικές Επιχειρήσεις και Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης. Εγκέφαλος 2010, 47(4):199-206.
Εισαγωγή
Είναι γνωστό πως το ποσοστό της ανεργίας έχει αυξηθεί κατά πολύ στις μέρες μας στο γενικό πληθυσμό, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά τις ευπαθείς ομάδες και ιδιαιτέρως τα άτομα με ψυχικές διαταραχές. Η έναρξη μιας χρόνιας ασθένειας φέρει μια «βιογραφική διακοπή», σε μια κοινωνία όπου εκτιμάται ο ενεργητικός και ανεξάρτητος ρόλος (Barnes et al, 1999).
Ειδικότερα, τα άτομα που πάσχουν από σχιζοφρένεια παρουσιάζουν ελλείμματα στις γνωστικές, κοινωνικές και εργασιακές δεξιότητες. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να προσαρμοστούν στις ποικίλες και δύσκολες απαιτήσεις της ελεύθερης αγοράς εργασίας λόγω θεσμών, προκαταλήψεων και του στίγματος της ψυχικής νόσου. Όλα αυτά οδηγούν στον αποκλεισμό τους από την εργασία.
Επίσης, αναφέρεται ότι η αρνητική εικόνα εαυτού, η κοινωνική απόσυρση, η απουσία κινήτρου και η απουσία σταθερού εργασιακού περιβάλλοντος δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο απ' τον οποίο ένας ψυχικά ασθενής αδυνατεί να ξεφύγει, χωρίς την απαραίτητη θεραπευτική υποστήριξη (M.B. Καρύδη, 2007).
Ακόμα και σε χώρες με εξελιγμένο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας το 80-95% των ατόμων αυτών, μαστίζεται από μακροχρόνια ανεργία (Garske, G. G., & Stewart, J. R. (1999), ενώ τα περισσότερα προγράμματα επαγγελματικής αποκατάστασης εξασφαλίζουν περιστασιακή απασχόληση, επικεντρώνονται περισσότερο στην βελτίωση και καλλιέργεια βασικών δεξιοτήτων και όχι στην εδραίωση ικανοτήτων κατάλληλων για επαγγελματικό ανταγωνισμό.
Πολλά άτομα των κατηγοριών αυτών αντιμετωπίζουν την προοπτική της μακροχρόνιας ανεργίας ή της μερικής απασχόλησης, ή ακόμα και απασχόλησης σε εργασία χωρίς ενδιαφέρον, η οποία δε προσφέρει εσωτερική ικανοποίηση, καλή αμοιβή και προοπτικές εξέλιξης. Η εργασιακή αποξένωση προβλέπει σε μια ευρύτερη αποστέρηση και ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες για βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός των ατόμων με ψυχικές διαταραχές και δη των ατόμων με σχιζοφρένεια είναι πολυδιάστατος και αφορά όχι μόνο τον οικονομικό τομέα αλλά κυρίως την ανυπαρξία δυνατοτήτων κοινωνικής ένταξης, δημιουργία οικογένειας και ένταξης στην κοινότητα. Δυστυχώς, ελάχιστες είναι οι δράσεις που αναφέρονται για τους ψυχικά ασθενείς, εκτός από τις προσπάθειες για αποασυλοποίηση και επανένταξη τους στην κοινότητα, οι οποίες όμως έχουν επικριθεί ότι δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες και στους στόχους της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.
Αναφερόμενοι στον κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων με ψυχικές διαταραχές είναι σημαντικό να εξηγήσουμε τους όρους της ένταξης και της ενσωμάτωσης σύμφωνα με την κοινωνιολογική επιστήμη. Όταν μιλάμε για κοινωνική ένταξη αναφερόμαστε στους όρους Ένταξη (Inclusion) και Αποκλεισμό (Exclusion). Η διαδικασία της κοινωνικοποίησης αποτελεί τον μηχανισμό ένταξης του ανθρώπου στο κοινωνικό σύνολο. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης κάποιοι παράγοντες παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην ένταξη ή στον αποκλεισμό του ατόμου. Η ένταξη δεν είναι μία και μοναδική, αντίθετα υπάρχουν πολλές διαφορετικές μορφές ένταξης τόσες όσες προωθεί και/ή έστω εκ των υστέρων νομιμοποιεί η ίδια η κοινωνία (Schnapper D., 1991).
Ο όρος Κοινωνική Ενσωμάτωση δεν υφίσταται γενικά και αόριστα ούτε έχει το ίδιο περιεχόμενο σε κάθε εποχή και για κάθε εθνική κοινωνία. Ο όρος αποτελεί το προϊόν πολιτικής ερμηνείας και κοινωνικής διαπραγμάτευσης, ανάλογα με την πολιτική και οικονομική συγκυρία αλλά και τις ιδιαιτερότητες και τις ευαισθησίες της εκάστοτε κοινωνίας (Παπαδοπούλου Δέσποινα, Δημουλάς Κων/νος, 2004)
Οι διαδικασίες ενσωμάτωσης είναι σημαντικό να έχουν ένα χαρακτήρα μονιμότητας και συνέχειας. Εάν αυτές οι διαδικασίες δεν είναι συνεχείς, δηλαδή δεν ασκούν πάνω στο άτομο μία κοινωνικοποιητική δύναμη, αποτυγχάνουν. Αν, λοιπόν, οι κοινωνικοί δεσμοί μεταξύ των μελών της κοινωνίας ατονήσουν τότε υπάρχει πρόβλημα περιθωριοποίησης και αποκλεισμού (Παπαδοπούλου Δέσποινα, Δημουλάς Κων/νος, 2004). Οι ψυχικά ασθενείς εξαιτίας και της συμπτωματολογίας αλλά και του στίγματος της ψυχικής νόσου απομακρύνονται από την κοινωνία και την διαδικασία της κοινωνικοποίησης, με αποτέλεσμα να θεωρούνται περιθωριοποιημένοι και να αποκλείονται από το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Στην παρούσα εργασία, θα επικεντρωθούμε στο ρόλο της εκπαιδευτικής και θεραπευτικής διαδικασίας του προγράμματος ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης της ΕΜΑΕΕ στην εργασιακή ένταξη χρονίων ψυχωσικών ασθενών.
Η δομή της μονάδας
Η βιβλιογραφική ανασκόπηση από μελέτες και κλινικές έρευνες αναδεικνύει καθημερινά την ανάγκη επαγγελματικής αποκατάστασης σε ψυχωσικούς ασθενείς σαν ένα δείκτη βελτίωσης της ψυχοπαθολογίας τους. Μελέτες για τα γνωστικά ελλείμματα των χρόνιων ψυχωσικών, σε σχέση με την ψυχοπαθολογία και μάλιστα την αρνητική συμπτωματολογία τους, δείχνουν την μοναδική ανάγκη για την εφαρμογή προγραμμάτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης των ασθενών με διάγνωση ψυχικής ασθένειας (Μ.Β. Καρύδη 2007).
Από την δεκαετία του 1950 και έπειτα, οι ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις απέκτησαν πιο στoιβαρή παρουσία, δεδομένου ότι ο ρόλος τους έγινε σαφέστερος, απέκτησαν επιστημονική βάση, αλλά και ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες των ασθενών (Clark E.R., Samnaliev, 2005).
Έχοντας 25ετή εμπειρία στην εφαρμογή και στην υλοποίηση εθνικών και ευρωπαϊκών προγραμμάτων, η Ειδική Μονάδα Αποκατάστασης & Επαγγελματικής Επανένταξης του Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. έχει αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο σύστημα υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, παρέχοντας πολυεπίπεδη υποστήριξη στους ψυχικά ασθενείς και βοηθώντας τους στην κοινωνικο-επαγγελματική τους ένταξη.
Η καινοτομία της ΕΜΑΕΕ, η οποία στηρίζεται στις αρχές της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, συνίσταται στην ανάπτυξη, στην συνεχή υποστήριξη και στην λειτουργική διασύνδεση με αυτό-οργανούμενες δομές το Σωματείο ενάντια στην προκατάληψη για τις ψυχικές διαταραχές Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ και την Κοινωνική Επιχείρηση Kosmos Horizon.
Τα αποκαταστασιακά προγράμματα αναπτύσσονται σαν τμήμα της συνεχιζόμενης κλασικής ψυχιατρικής φροντίδας. Βασικός στόχος των προγραμμάτων αποκατάστασης είναι η μείωση των υποτροπών καθώς και η ελαχιστοποίηση των λειτουργικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι χρόνιοι ψυχωσικοί ασθενείς. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής και του συνδυασμού της βιολογικής, φαρμακευτικής, θεραπευτικής υποστήριξη με εφαρμογή προγραμμάτων την ψυχοεκπαίδευσης και εξάσκησης κοινωνικών και εργασιακών δεξιοτήτων (Μ.Β. Καρύδη 2006).
Η τροποποίηση της συμπεριφοράς στα ασθενείς με σχιζοφρένεια στηρίζεται στην ενίσχυση των λειτουργικών και υγιών συμπεριφορών της προσωπικότητας και στη μεταβολή των συνθηκών ζωής τους (WHO-WARP (1996)). Έμφαση δίνεται στην εφαρμογή ποικιλίας κοινωνικών και εργασιακών δραστηριοτήτων μέσω του προγράμματος που σηματοδοτούν την ενεργό εμπλοκή των ασθενών και συντελούν στην ενδυνάμωσή τους, στην εξάσκηση της επικοινωνιακής δυνατότητας και της συναισθηματικής συναλλαγής.
Η κα Μ.Β. Καρύδη αναφέρει ότι η επιλογή της εξάσκησης σε εργασιακές ικανότητες, εξάσκηση παραδοσιακού τύπου χειρονακτική εργασία σε εργαστήρια, σαν κύριας και βασικής δραστηριότητας στο θεραπευτικό πρόγραμμα, γίνεται στη βάση που η εξάσκηση στην εργασιακή προσαρμογή απαιτεί ένα συνδυασμό ικανοτήτων (προσοχή, συγκέντρωση, μνήμη), τις οποίες οι ασθενείς έχουν χάσει (Μ.Β. Καρύδη 2007). Κατ' αυτό τον τρόπο η εξάσκηση σε εργασιακές δραστηριότητες αποτελεί από μόνη της θεραπευτική παρέμβαση.
Το θεραπευτικό και εκπαιδευτικό πρόγραμμα αναπτύσσεται σε στάδια, τα οποία περιγράφονται αναλυτικά παρακάτω:
1. Αξιολόγηση εισόδου
Σ' αυτό το στάδιο αξιολογούνται ασθενείς ώστε να αποφασιστεί η καταλληλότητά τους για την ένταξή τους στο πρόγραμμα. Γίνεται συλλογή πληροφοριών που αφορούν σε:
2. Στάδιο προεργασίας (3-6 μήνες)
Βασικός στόχος σ' αυτό το στάδιο είναι η αξιολόγηση των γνωστικών, κοινωνικών και εργασιακών δυνατοτήτων του κάθε ασθενή, προκειμένου ο ασθενής να εξοικειωθεί με το θεραπευτικό πρόγραμμα και να καταρτιστεί το εξατομικευμένο θεραπευτικό του πλάνο από τη διεπιστημονική ομάδα η οποία καλείται να κάνει αξιολόγηση μέσω κλινικής συνέντευξης παράλληλα με τη χρήση εξειδικευμένων εργαλείων.
Σχετικά με τις θεραπευτικές δραστηριότητες πραγματοποιούνται εξατομικευμένες και ομαδικές ψυχοκοινωνικές και ψυχοεκπαιδευτικές παρεμβάσεις, καθημερινό πρόγραμμα εργοθεραπείας σε δραστηριότητες όπως κεραμική, ζωγραφική -σχέδιο, χαλκογραφία, δέρμα, μπατίκ κ.α., εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες, στη διαχείριση του αυτοστιγματισμού καθώς και εκπαίδευση σε μαθήματα γραφής, ανάγνωσης, απλών μαθηματικών κ.ά.
3. Πρόγραμμα κατάρτισης (12 μήνες)
Βασικός στόχος σε αυτή τη φάση είναι η θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση σε συγκεκριμένες ειδικότητες σε ασθενείς που έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα της Προεργασίας.
Λειτουργούν τα κάτωθι εργαστήρια:
Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν εκπαίδευση σε κοινωνικές και γνωσιακές δεξιότητες, εκπαίδευση στην επίλυση προβλημάτων, εκπαίδευση στη διαχείριση του αυτοστιγματισμού, εκπαίδευση σε αυτοδιαχειριστικές δεξιότητες, εξάσκηση μέσω ομαδικών δραστηριοτήτων, προκειμένου να αναπτυχθεί η ανάλογη εργασιακή συμπεριφορά. Παράλληλα παρέχεται θεραπευτική υποστήριξη οικογενειών σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο.
4. Προγράμματα ένταξης (απευθύνεται σε όλους τους ασθενείς, ανοικτή διάρκεια)
Λειτουργεί υπηρεσία υποστήριξης της εργασίας και της ένταξης των ψυχικά ασθενών, η οποία αναπτύσσει δράσεις τόσο με τους ίδιους ασθενείς όσο και με φορείς της κοινότητας. Ειδικότερα, προετοιμάζει τη σταδιακή προσέγγιση για την ένταξη στην εργασία και εξασφαλίζει την ενεργό συμμετοχή των ατόμων μέσα από τη συμμετοχή τους στη διαδικασία της αξιολόγησής τους και κατευθύνει τα άτομα σε δραστηριότητες και δομές που σχετίζονται με τις δεξιότητές τους και το λειτουργικό τους επίπεδο, μέσα από την εξατομικευμένη και δυναμική αξιολόγηση. Επίσης, παρακολουθεί την εργασιακή απόδοση και την κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων, τα οποία έχει κατευθύνει σε δομές επιχειρηματικού ή άλλου τύπου εργασίας
5. Στάδιο μεταθεραπευτικής παρακολούθησης
Στοχεύει στην ψυχοκοινωνική και θεραπευτική υποστήριξη και τη διατήρηση καλών και σταθερών εργασιακών και κοινωνικών σχέσεων για τους ασθενείς που έχουν τοποθετηθεί σε εργασιακό (είτε προστατευμένο είτε στην ελεύθερη αγορά) ή εκπαιδευτικό πλαίσιο. Περιλαμβάνει παρακολούθηση σε: ατομικό, ομαδικό και οικογενειακό επίπεδο και παρεμβάσεις στο εργασιακό περιβάλλον του ασθενούς όταν εντοπίζεται τυχόν δυσκολία.
Αποτελέσματα
Η διερεύνηση της εργασιακής ένταξης των ασθενών με σχιζοφρένεια που έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης αποτελεί μία από τις σημαντικούς παραμέτρους στην αξιολόγηση των ψυχωσικών ασθενών. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται ενδεικτικά κάποια αποτελέσματα σχετικά με κοινωνικοοικονομικά και κλινικά χαρακτηριστικά καθώς και αποτελέσματα που σχετίζονται με ζητήματα εργασιακής προσαρμογής και ένταξης μικρού δείγματος από τον συνολικό πληθυσμό της ΕΜΑΕΕ
Α. Κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά
Το δείγμα απετέλεσε 109 άτομα ηλικίας 20 έως 60 ετών (μέση ηλικία 36, τ.α.=9 έτη), που έχουν ολοκληρώσει 18μηνο το πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Η πλειονότητα τους δείγματος (70%) είναι άνδρες και το 30% γυναίκες ενώ τα δύο φύλα δεν διαφέρουν ως προς την μέση ηλικία. Τα δύο φύλα δεν διαφέρουν επίσης ως προς την οικονομική κατάσταση των ιδίων αλλά και της οικογένειας τους. Όπως φαίνεται στον Πίνακα 1 (από κοινού για άνδρες και γυναίκες) το εισόδημα των ασθενών στην συντριπτική τους πλειονότητα είναι έως 750€ (85%).
Σχετικά με το εκπαιδευτικό επίπεδο το 62,4% των ασθενών έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του. Οι γυναίκες ασθενείς ολοκληρώνουν τις σπουδές τους σε μεγαλύτερο ποσοστό από ότι οι άνδρες (85 έναντι 53%, p<0.001) ενώ το εκπαιδευτικό επίπεδο δεν διέφερε ανάμεσα στα δύο φύλα.
Σχετικά με την οικογενειακή κατάσταση η πλειονότητα των ασθενών είναι άγαμοι (91%) και διαμένουν με την οικογένεια τους σε ποσοστό 72%, σε ξενώνα σε ποσοστό 15% ενώ μόλις το 12% μένουν μόνοι τους.
Β. Κλινικά χαρακτηριστικά
Για το 88% των ατόμων η διάγνωση κατά DSM-IV είναι σχιζοφρένεια, για το 6% διαταραχή της διάθεσης και για το υπόλοιπο 6% των ασθενών διαγνώσθηκαν άλλες ψυχωσικές διαταραχές.
Γ. Εργασία πριν και μετά τη νόσο
Το 65% των ατόμων δεν εργαζόταν πριν την νόσο, ενώ για τα υπόλοιπα άτομα το75% εργαζόταν έως 4 έτη. Μετά την εκδήλωση της νόσου δεν εργαζόταν το 86% των ατόμων, ενώ για τα υπόλοιπα άτομα το 75% επίσης εργαζόταν έως 4 έτη.
Αναφορικά με την απασχόληση, πριν την νόσο εκδήλωνε εργασιακούς στόχους το 84% των ατόμων ενώ κατά την είσοδο τους στο πρόγραμμα το 65%. Ως ρεαλιστικοί χαρακτηρίζονται το 98% των στόχων πριν τη νόσο και το 77,5% κατά την είσοδο στο πρόγραμμα.
Δ. Έκβαση
Από το δείγμα, τα 60 άτομα έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα, 3 παραπέμφθηκαν σε άλλο πλαίσιο, ενώ τα υπόλοιπα συνεχίζουν. Επιπλέον το 62% χαρακτηρίζεται πως έχει καλή προσαρμογή στο πρόγραμμα (και τα υπόλοιπα άτομα μέτρια). Το 72% εξέφρασε εργασιακούς στόχους, 78% των οποίων χαρακτηρίζονται ρεαλιστικοί.
Οι ασθενείς που ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα προωθήθηκαν στις ακόλουθες δομές μετά από την αξιολόγηση της θεραπευτικής ομάδας. των κοινωνικών, εργασιακών και γνωστικών του λειτουργιών (Πίνακας 3).
Όπως φαίνεται και από τα αποτελέσματα της προώθησης των μελών της Μονάδας, που προαναφέρθηκαν, παρόλο που ένας ικανοποιητικός αριθμός ασθενών (28,39%) μπορεί να εργαστεί στην ελεύθερη αγορά εργασίας, μετά την αξιολόγηση της θεραπευτικής ομάδας, μόνο το 14,3% κατάφερε να εργαστεί στην ελεύθερη αγορά εργασίας. Όσον αφορά τους ασθενείς που είχαν αξιολογηθεί ότι μπορούν να εργαστούν σε προστατευμένη απασχόληση (35.07%), η πλειοψηφία (32.1%) τους απασχολείται στην Κοινωνική Επιχείρηση Kosmos- Horizon, και παράλληλα υπάρχει ένας ακόμα μεγαλύτερος αριθμός ασθενών που αδυνατεί να εργαστεί, λόγω της χρονιότητας της νόσου (Πίνακες 4, 5).
Συμπεράσματα
Η πρόοδος στην ψυχιατρική τα τελευταία χρόνια, άλλαξαν το προφίλ της σχιζοφρένιας μετατρέποντας την σε μια ασθένεια λιγότερο τρομακτική και ασαφή πιο προβλέψιμη και πιο επιδεκτική σε παρεμβάσεις ψυχοκοινωνικού εκπαιδευτικού τύπου. Αυτό που παρατηρούμε και συμπεραίνουμε είναι ότι οι ολοκληρωμένες ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην εξάσκηση εργασιακών και κοινωνικών δεξιοτήτων σε εργαστήρια επαγγελματικής εκπαίδευσης, παρέχουν περιβάλλον και συνθήκες πραγματικής εργασίας, ενισχύουν τη γενίκευση των κεκτημένων δεξιοτήτων και βοηθάνε στην πιθανή διατήρηση τους στο χρόνο (M.V. Karidi et al, 2005).
Από τις σημαντικότερες κατευθυντήριες γραμμές στην ψυχιατρική αποκατάσταση της σχιζοφρένειας είναι η χρήση των ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων προκειμένου ο ασθενής να διατηρήσει το βέλτιστο επίπεδο ανεξάρτητης λειτουργικότητας, να ελέγχει στο μέγιστο τα συμπτώματά του και να βιώνει σε μεγαλύτερο βαθμό ικανοποίηση για το επίπεδο ζωής του (Glynn S.M., 2003).
Λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες αυτούς και την καλύτερη υλοποίηση τους, τα άτομα με ψυχική ασθένεια θα μπορούν ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας να συμμετέχουν και να εμπλέκονται ενεργά στα κοινωνικά δρώμενα και στην εργασιακή διαδικασία και να μπορούν να διατηρούν την εργασία τους με υποστήριξη.
Η ένταξη των ψυχικά ασθενών δεν είναι πάντα εφικτή εξαιτίας των πολλαπλών συνοδών προβλημάτων της ψυχικής νόσου. Επίσης, οι δείκτες για την τοποθέτηση των ατόμων με σχιζοφρένεια στην ελεύθερη αγορά εργασίας είναι πάντα μικροί όπως αναφέρεται στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία.
Αυτό επίσης που προκύπτει είναι ότι παρόλο που τα προγράμματα αποκατάστασης επιδρούν θετικά στην ένταξη των χρονιών ψυχωσικών ασθενών, και τοποθετούνται αρκετά ικανοποιητικός αριθμός σε εργασία, αυτό δεν ισχύει για όλούς τους πάσχοντες. Υπάρχει μια σημαντική μερίδα της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας που δεν θα μπορέσει να εργαστεί και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας κανονικής εργασίας. Μάλιστα, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου η λειτουργικότητα ενός ασθενούς βελτιώνεται σημαντικά, αδυνατεί να εργαστεί με συνθήκες πλήρους απασχόλησης ή σε μια εργασία με αυξημένες απαιτήσεις.
Επομένως, ο ρόλος των προγραμμάτων ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης γίνεται ακόμα πιο σημαντικός καθώς οφείλουν να δραστηριοποιηθούν σε χώρους προστατευμένης εργασίας, όπου οι ψυχωσικοί ασθενείς μπορούν να είναι αποτελεσματικοί και παραγωγικοί στον εργασιακό τους ρόλο. Γεγονός είναι ότι η τοποθέτηση σε εργασία δεν πρέπει να είναι το κύριο κριτήριο για την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων επαγγελματικής αποκατάστασης, ιδιαίτερα σε αυτή την φάση παγκοσμιοποίησης που διανύουμε όπου οι υψηλοί δείκτες ανεργίας αφορούν όλο τον πληθυσμό.
Μια άλλη σημαντική διάσταση που αφορά στην επανένταξη των ασθενών είναι η θετική αυτοεικόνα η αυτοπεποίθηση η καλή επίγνωση των δυνατοτήτων και αδυναμιών και η διαχείριση του αυτοστιγματισμού. Η αποδοχή των ασθενών από τους σημαντικούς άλλους, την οικογένεια, το προσωπικό των αποκαταστασιακών προγραμμάτων έχει συμβάλει στην δημιουργία θετικής εικόνας στους ίδιους που εκπαιδεύτηκαν σε αυτό που λέμε επαγγελματική ψυχοκοινωνική αποκατάσταση και εκφράζονται σαν «κίνημα απελευθέρωσης» από τις προκαταλήψεις σαν κίνημα διεκδίκησης δικαιωμάτων εύρεσης εργασίας (Μ.Β. Καρύδη, 2007).
Επίσης, τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με ψυχική διαταραχή μπορούν να αρθούν, αρχικά με τη σωστή ενημέρωση των ίδιων των ατόμων με ψυχική διαταραχή όσον αφορά για την ασθένεια και τις επιπτώσεις της στους τομείς της ζωής τους. Παράλληλα, οι μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης οφείλουν να παρέχουν ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των κοινοτήτων και του ευρύτερου κοινού έτσι ώστε να καταπολεμηθεί η άγνοια και να αλλάξουν οι απόψεις και οι στάσεις των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων και των εργοδοτών. Η αντιμετώπιση του ζητήματος του αποστιγματισμού είναι ένα μείζον θέμα, το οποίο αν επιτευχθεί μπορεί αν όχι να ανατρέψει, αλλά να αποσταθεροποιήσει την κυριαρχία της προκατάληψης, έτσι ώστε να αρχίσει να αλλάζει η στάση της κοινωνίας απέναντι στα άτομα με ψυχική διαταραχή (Μ.Β. Καρύδη , 2007).
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι παρατηρείται συνεχής αύξηση του πληθυσμού στα προγράμματα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, με αποτέλεσμα να αυξάνονται και οι ανάγκες για την κοινωνικο- επαγγελματική ένταξη των εκπαιδευθέντων μελών. Παράλληλα, οι πιθανότητες προώθησης στην ελεύθερη αγορά εργασίας των ψυχικά ασθενών μειώνονται συνεχώς, λόγω της αυξημένης ανεργίας που παρατηρείται στο γενικό πληθυσμό καθώς και στην αλληλεπίδραση της ελλιπούς πληροφόρησης σχετικά με τις πραγματικές ικανότητες των ψυχικά ασθενών, την παραγωγικότητα τους και τις συνθήκες εργασίες που απαιτούνται σε συνδυασμό με την ύπαρξη περιορισμένου θεσμικού και κοινωνικού πλαισίου.
Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθείσα δεδομένα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι πιθανή λύση στο πρόβλημα της επαγγελματικής αποκατάστασης των ψυχικά ασθενών είναι η υποστήριξη και η ανάπτυξη πλαισίων προστατευμένης απασχόλησης, πλαίσια όπου οι ασθενείς μπορούν να ανταποκριθούν εργασιακά, έχοντας παράλληλα και την απαραίτητη θεραπευτική υποστήριξη. Σ' όλη αυτή την προσπάθεια, καθοριστικό ρόλο μπορούν να έχουν ομάδες εκπαιδευθέντων εθελοντών στην ψυχική υγεία, καθώς και ενέργειες ευαισθητοποίησης της κοινότητας για την καταπολέμηση του κοινωνικού στιγματισμού.
Οι εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές οφείλουν να αναπτύσσουν συγκεκριμένες πολιτικές εργασίας για τα ΑμΕΑ. σύμφωνα και με κοινή διακήρυξη των UNICE/UEAPME, CEEP και ETUC τη οποία τονίζει τη δέσμευση των κοινωνικών εταίρων να συμβάλλουν στην προώθηση της απασχόλησης των ΑμΕΑ καθώς και στην καλύτερη ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Ανάμεσα στα μέτρα που προτείνονται είναι να η ανάπτυξη πολιτικών ίσων ευκαιριών για τα ΑμΕΑ, ευαισθητοποίηση των εργοδοτών και των συνδικάτων και ρυθμίσεις του θεσμικού πλαισίου, προκειμένου να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες των ΑμΕΑ και να μπορούν να διεκδικούν ισότιμα μια θέση στην αγορά εργασίας.
Κλείνοντας, ο Theodore Roosevelt το 1903 είπε: «Με μεγάλη διαφορά το καλύτερο βραβείο που η ζωή προσφέρει είναι η ευκαιρία να εργαστείς σκληρά σε μια εργασία που να αξίζει να την κάνεις» (Twamley, 2003). Οι ικανότητες και οι αδυναμίες του κάθε ατόμου είναι διαφορετικές, όπως διαφορετικές είναι και οι απαιτήσεις κάθε εργασίας. Η εργασία μπορεί να γίνει ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο να εκτιμάται και να υποστηρίζεται η διαφορετικότητα του κάθε ατόμου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ